- ὑπαρχιτέκτων
- ὑπαρχῐ-τέκτων, ονος, ὁ,A deputy clerk of the works, IG22.1678aA7 (iv B.C.), Delph.3(5).25 ii A 13 (iv B.C.), PPetr.2p.138, al. (iii B. C.), IG7.3073.160 (Lebad., ii B.C.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
υπαρχιτέκτων — ονος, ὁ, Α βοηθός, αναπληρωτής αρχιτέκτονα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + ἀρχιτέκτων] … Dictionary of Greek
υπ(ο)- — και υφ / ὑπ(ο) και ὑφ , ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην πρόθεση υπό* και εμφανίζει τις ακόλουθες σημασίες: 1) κάτω από κάτι, με καθαρά τοπική σημασία (πρβλ. ύπαιθρος, υποβρύχιος, υπογράφω,… … Dictionary of Greek
υπαρχιτεκτονικόν — τὸ, Α [ὑπαρχιτέκτων, ονος] ο μισθός τού υπαρχιτέκτονος … Dictionary of Greek